Παρασκευή 15 Σεπτεμβρίου 2017

Η ζωή που είναι μικρή

(Δεν ξέρω αν θα αντέξω να αφήσω δημοσιευμένο αυτό το κείμενο).

Ένας χρόνος και δυόμισι - σχεδόν τρεις - μήνες πριν. Η μέρα που έχασα τον πατέρα μου.

"Μα πώς έγινε τούτο; Ο παπάς μου; Αφού πάντα ήταν δυνατός. Μα δεν γίνεται να συμβαίνει τούτο. Ο παπάς έπρεπε να ζήσει ως τα 100 όπως τον παππού και τη γιαγιά!"

Να τον σπρώχνω και να μην ξυπνά. Και να μου φαίνεται απίστευτο. Αφού μοιάζει σαν να κοιμάται. Να ρωτώ το νοσοκόμο γιατί δεν του κάνει ηλεκτροσόκ και να μου λέει ότι μετά από κάποια ώρα θανάτου δεν μπορεί να κάνει κάτι και ότι τελείωσε. "Συγγνώμη αγάπη μου αλλά ετελειωσε." Ο αποχαιρετισμός στο δωμάτιο ανάνηψης. Ο αποχαιρετισμός στην τελευταία του κατοικία. Νομίζω πρέπει να φαινομουν εντελώς χαντακωμένη εκείνη τη μέρα. Παρακολουθούσα σαν να ήμουν έξω από το σώμα μου. Σαν να μην το πίστευα. Ακόμη δυσκολεύομαι να το πιστέψω.

Οι μήνες που ακολούθησαν. Οι πιο μαύροι της ζωής μου. Οι πιο άυπνοι. Οι πιο σκληροί. Οι κρίσεις πανικού. Το να ξυπνώ πέντε φορές μες τη νύχτα από το άγχος και να πηγαίνω στη δουλειά κουρέλι. Τα μαύρα που τα μισώ. Που τα μισούσε κι εκείνος και δεν τα έβαλε καν όταν είχε πένθος. Κι εγώ να πρέπει να τα βάλω γιατί δεν άντεχα εκτός από το πένθος μου να αντιμετωπίσω την κοινωνία που θα έκρινε ότι δεν τον θρηνώ αρκετά.

Η μαμά χρόνια άρρωστη, το περίμενα από εκείνην παρά από εκείνον. Οι τύψεις που της έδινα παραπάνω σημασία από εκείνον, από ανάγκη φυσικά και λόγω των καταστάσεων. Οι σκέψεις να με βασανίζουν, τι έκανα σωστά, τι λάθος, να μετράω τον χρόνο που του έδινα, ήταν αρκετός; Ήμουν καλή κόρη; Του έδινα αρκετή σημασία;

Οι επισκέψεις σε ψυχολόγο, για πρώτη φορά στη ζωή μου, γιατί ο χαμός του έγινε μια τόσο ασήκωτη πέτρα που με πλάκωσε, που δεν μπορούσα να το διαχειριστώ.

Η συγκλονιστική στιγμή που με ρώτησε, "αν θα μπορούσε με κάποιο τρόπο να είναι ο μπαμπάς σου σε αυτό το δωμάτιο μαζί μας και να σου έλεγε κάτι, τι πιστεύεις ότι θα ήταν αυτό;"
Η στιγμή που ξεκίνησαν, για πρώτη φορά σε εκείνο το δωμάτιο, να τρέχουν τα δάκρυα ποτάμι, και να απαντώ με όλη μου την καρδιά, ότι πιστεύω ότι θα έλεγε ότι ξέρει πώς έκανα ότι μπορούσα για εκείνον και να μην στενοχωριέμαι και ότι ξέρει πως τον αγαπώ πολύ και με αγαπά κι εκείνος.

Έχοντας την ατυχία να βιώσω και τα δύο, και το να χάνεις κάποιον από χρόνια ασθένεια, και τον ξαφνικό θάνατο, μπορώ να σε διαβεβαιώσω πως το δεύτερο είναι πολύ χειρότερο. Σε πιάνει απροετοίμαστο, σε συγκλονίζει, σου ανοίγει πληγές που πολύ δύσκολα κλείνουν. Και επίσης το να χάνεις γονιό είναι πάρα πολύ σκληρό. Νομίζεις ότι ξέρεις τον πόνο αν έχασες παππούδες ή θείους ή ξαδέρφια. Αλλά δεν έχει καμία σχέση.

Η άρνηση να γράψω στο blog μετά από αυτό, γιατί αρνιόμουν να καταγράψω την απώλεια. Αρνιόμουν να δεχτώ ότι έγινε. Ακόμα σκέφτομαι ότι θα πάω στο πατρικό μου και θα μου ανοίξει. Ακόμα με πληγώνει εκείνο το έρημο σπίτι.

Η υπαρξιακή κρίση μετά. Αναπόφευκτη μετά από όλα αυτά. Ποια είμαι, πού πάω, πόσο τραγικά μικρή είναι η ζωή, τι νόημα έχει, γιατί να προσπαθούμε για το οτιδήποτε αφού σε ελάχιστα χρόνια θα πεθάνουμε. Η απόπειρα προσευχής. Η απόπειρα να πάω εκκλησία. Ο τοίχος που χτύπησα πάνω. Η ανάγκη να πιστέψω στο μεταφυσικό. Ότι ο παπάς μου κάπου είναι και με προσέχει, με ακούει, με βλέπει.

Ο άνθρωπος που γνώρισα μετά από τέσσερις μήνες, και δεν έχω αρκετά λόγια να τον περιγράψω χωρίς να τον αδικήσω. Που έχει όλα όσα ήθελα ποτέ από κάποιον, και ακόμη περισσότερα, και μέσα του και έξω του. Που με εκπλήσσει κάθε μέρα με το πόσο ίδιοι είμαστε, πώς σκεφτόμαστε, πώς θέλουμε τη ζωή μας. Που με γνώρισε ίσως στην χειρότερη περίοδο της ζωής μου, γλύκανε το πένθος μου, με βοήθησε με τον τρόπο του όσο μπορούσε. Που με αγαπά, με φροντίζει και το απέδειξε έμπρακτα και στα δύσκολα, γιατί μεσολάβησαν και τέτοια. Που με κάνει να σκέφτομαι πόσο χαίρομαι που είχαμε και οι δύο μας τις διαδρομές και τις εμπειρίες που είχαμε, και βρεθήκαμε σε αυτή την φάση της ζωής μας.

Σκέφτομαι συχνά ότι μου τον έστειλε ο παπάκης μου για να με φροντίσει. Ή η ζωή. Ή το σύμπαν. Για να απολογηθούν ίσως κάπως για τα σκ**ά που συνέβηκαν τα τελευταία χρόνια.

Άλλαξα και δουλειά πριν τρεις μήνες.. Μετά από τόσα χρόνια. Απίστευτο το πόσες αλλαγές μπορεί να συμβούν σε ένα χρόνο.

Δεν ξέρω πώς να κλείσω αυτό το κείμενο. Νιώθω παράξενα και μόνο που το έγραψα. Στο προηγούμενο post μιλούσα για την περίοδο των μεγάλων αλλαγών αλλά σίγουρα δεν μπορούσα να προβλέψω τη συνέχεια.

Πεθύμησα το blogging αλλά δεν ξέρω αν μπορώ να γράψω πια. Ξέρω ότι η pax είναι ένα εντελώς διαφορετικό άτομο από εκείνο που έγραψε εδώ την τελευταία φορά.

Να αγαπάτε δυνατά, να αγκαλιάζετε σφιχτά, να φιλάτε τρυφερά. Η ζωή είναι μικρή.