Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2009

Σε μια αγαπημένη φίλη

(Το κείμενο αυτό στριφογυρίζει στο μυαλό μου από το καλοκαίρι - το γράφω για να το ξορκίσω).


Μου είπες ότι δε μπορούσες να μ’ εμπιστευτείς γιατί θα ήμουν για σένα η φωνή της λογικής. Και τι μ’ αυτό; Αυτό με κάνει λιγότερο καλή φίλη; Με κάνει λιγότερο ικανή να κλαίω και να γελάω μαζί σου; Να ζω τις αγωνίες σου; Αν μου ζητήσεις συμβουλή και στη δώσω, λέγοντας σου τι συνέπειες θα έχει κάτι, αυτό σημαίνει πως σε κριτικάρω; Νόμιζα πως αυτό είναι ένα από τα βασικά συστατικά της φιλίας – να σου επισημαίνει ο φίλος σου κάτι που μπορεί να μη βλέπεις εσύ.

Μα κι εσύ δεν ήσουν – και είσαι ακόμα – η φωνή της λογικής για όλους τους φίλους σου; Και για μένα; Εσύ δεν ήσουν που μου επισήμαινες – πάντα με τρόπο βέβαια, αλλά το έκανες – τι είναι σωστό και τι λάθος, τι είναι τρέλα και τι φρονιμάδα; Εσύ δεν είσαι που λες στους φίλους σου τι είναι σωστό, ακόμα κι αν τους πειράζει, αφού είναι η αλήθεια;

Με είδες ποτέ να κριτικάρω τους φίλους μου για τις επιλογές τους; Όσο έξω κι αν είναι αυτές από τη δική μου ζωή. Με άκουσες να το κάνω, έστω και για έναν; Ίσως και να το έχω κάνει και να μη θυμάμαι βέβαια, δεν διεκδικώ το αλάθητο. Με είδες ποτέ να μη στηρίζω κάποιο φίλο μου ή να χάνομαι από τη ζωή του γιατί δε συμφωνώ με τις επιλογές του;

Ακόμα αναρωτιέμαι – και βασανίζομαι – τι έκανα για να μη μπορείς να μ’ εμπιστευτείς, ενώ εγώ σου εμπιστευόμουνα τα πάντα. Κι ενώ εσύ είχες καλλιεργήσει πρώτη αυτό το κλίμα – να είμαστε αδερφές, να λέμε τα πάντα, να αγαπάμε η μία την άλλη απεριόριστα. Προσωπικά, ακόμα σε αγαπώ σαν αδερφή μου – κι ας μη μπορούμε να έχουμε τη σχέση που είχαμε πριν.

Όλα όμως στη ζωή προχωράνε μπροστά. Δε θέλω δυσάρεστες συζητήσεις και δυσάρεστη ατμόσφαιρα. Είχαμε αρκετά απ’ αυτά. Το ξέρεις πως σου έδωσα την ευκαιρία και το χρόνο να το συζητήσεις, μα δεν ήθελες. Δεν πειράζει. Δε μπορείς να συνεχίζεις μια φιλία – όσο στενή και δυνατή κι αν ήταν κάποτε – αν δεν θέλουν και τα δύο μέρη. Δεν είναι ότι θα κόψουμε και τα τυπικά και θα απομακρυνθούμε – άλλωστε οι κοινές μας παρέες δεν θα μας αφήσουν.

Θα πηγαίνουμε για καφέ, θα γελάμε, θα λέμε τα νέα μας – τα τυπικά, όπως με τους περισσότερους φίλους μας, και τα θέματα καρδιάς θα τ’ αφήνουμε για τους άλλους «καρδιακούς φίλους». Το ξεκίνησες εσύ, το συνεχίζω κι εγώ - όσο σκληρό και δύσκολο κι αφύσικο κι αν μου φαίνεται. Life goes on, έννεν; Άλλωστε τι έχει να σκεφτεί ένα άτομο με πολλούς φίλους όπως εσύ; Χάνεις έναν φίλο καρδιακό, έχεις πολλούς άλλους να αναπληρώσεις το κενό. Τα άτομα που δύσκολα σχετίζονται έχουν το πρόβλημα.

Viva la independencia.

Πέμπτη 15 Οκτωβρίου 2009

I don't need a shrink - I'll do a PHD instead.

Το Σαββατοκυρίακο που μας πέρασε, διάβασα πολύ. Διάβασα πάρα πολύ για την ακρίβεια, ώρες ολόκληρες, για να βγάλω ένα αγγλικό άρθρο που είχα για παρουσίαση, να διαβάσω τις παραδόσεις της βδομάδας, να ξεκινήσω μια άλλη εργασία κι ένα ελληνικό άρθρο. Δεν σήκωσα κεφάλι από τα βιβλία. Δεν βγήκα καθόλου από το σπίτι παρά μόνο για να πάω στη γιαγιά μου. Και ακόμα κι εκεί διάβαζα.
Μπορεί να το ονομάσεις διαστροφή. Μπορεί και να είναι. Βέβαια, από μια οπτική, δεν είχα άλλη λύση: αφού δουλεύω και παράλληλα κάνω μεταπτυχιακό, η μόνη στιγμή να διαβάσω είναι το Σ/Κ. Από την άλλη, θα μπορούσα να μην κάνω το διάβασμα όπως το έκανα, να τα διαβάσω όπως – όπως και να πάω τουλάχιστον κάπου έξω το Σάββατο το βράδυ.
Όμως – παρόλο που παραπονιόμουν – δεν ήθελα. Ήθελα να μείνω να τελειώσω τη δουλειά που έπρεπε. Κοιμήθηκα πολύ λίγο όλο το Σ/Κ και πήγα τη Δευτέρα στη δουλειά με μαύρους κύκλους που προσπαθούσα να καλύψω με concealer. Μα ήμουν ευτυχισμένη. Γεμάτη. Χαρούμενη. Γιατί τις ώρες εκείνες που βυθίστηκα στο άρθρο, βυθίστηκα σ’ ένα πεδίο της επιστήμης μου που μου αρέσει πάρα πολύ. Και μαζί μπήκα σ’ ένα δικό μου κόσμο όπου ένιωθα δημιουργική. Κι αφού ήμουν δημιουργική και χαρούμενη, ένιωθα προστατευμένη. Οι δαίμονες μου πια δε μπορούσαν να με αγγίξουν. Τους έβλεπα γύρω μου να γελάνε, να γελάνε – και γέλαγα κι εγώ μαζί τους. Γιατί δε μπορούσαν πια να με τρελάνουν.
Αυτό το μεταπτυχιακό – που το κάνω παράλληλα με δουλειά και είναι πολύ κουραστικό- είναι η σωτηρία μου. Είναι η σανίδα μου να γαντζωθώ στη ζωή χωρίς να ζω μες την κατάθλιψη, όπως ήμουν το καλοκαίρι, που δεν είχα τίποτα να κάνω και οι σκέψεις με είχαν διαλύσει. Είναι ο τρόπος μου να είμαι χαρούμενη. Γιατί έρχονται κάτι μέρες που, όσο δυνατή και να θέλω να πιστεύω ότι είμαι, λυγίζω. Κάποιες μέρες θα ‘θελα να μπορούσα να έκανα κάτι να πάρω μακριά της την αρρώστια. Και η συνειδητοποίηση πως είμαι εντελώς ανίσχυρη με γονατίζει. Με πικραίνει. Και δεν θέλω να με ποτίσει η πικρία, να με κάνει αρνητική, να με κάνει απαράδεκτη. Μ’ έχει κάνει ήδη πιο σκληρή – κι αυτό είναι αρκετό.
Πού ξέρεις, μπορεί μια μέρα να κάνω και PHD.