Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2008


ο ύμνος στην αγάπη.

τα λίγα πράγματα που έχω ανάγκη για να ζήσω τα έχω, και η βαρκούλα μου έχει ανοίξει πανιά για το ταξίδι. οι ανάγκες μου για να είμαι ευτυχισμένη δεν ταυτίζονται με πολλών άλλων, μα δεν έχει σημασία. αγάπα με όπως είμαι ή μην ασχοληθείς. τόσα πράγματα στον κόσμο που δεν αξίζουν, κι εμείς καθόμαστε και τους δίνουμε αξία! τόσα πράγματα που θέλουμε να αποκτήσουμε, να έχουμε, να έχουμε, και η ψυχή μας ικετεύει για λίγη σημασία. βάλαμε μες τη ζωή μας όλα τα πράγματα που δεν χρειαζόμαστε κι αφήσαμε έξω τα ουσιαστικά. αγάπη χρειαζόμαστε. να δώσουμε και να πάρουμε. κι ας ακούγεται τόσο ρομαντικό, τόσο ξεπερασμένο. μα είναι τόσο αληθινό.
"Εάν ταις γλώσσαις των ανθρώπων λαλώ και των αγγέλων, αγάπην δε μη έχω, γέγονα χαλκός ηχών ή κύμβαλον αλαλάζον. Και εάν έχω προφητείαν και ειδώ τα μυστήρια πάντα και πάσαν γνώσιν, και εάν έχω πάσαν την πίστιν, ώστε όρη μεθιστάνειν, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ειμι. Και εάν ψωμίσω πάντα τα υπάρχοντά μου, και εάν παραδώ το σώμα μου ίνα καυθήσωμαι, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ωφελούμαι. Η αγάπη μακροθυμεί, χρηστεύεται, η αγάπη ου ζηλοί, η αγάπη ου περπερεύεται, ου φυσιούται, ουκ ασχημονεί, ου ζητεί τα εαυτής, ου παροξύνεται, ου λογίζεται το κακόν, ου χαίρει επί τη αδικία, συγχαίρει δε τη αληθεία. Πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει. Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει." Επιστολή του Αποστόλου Παύλου, Προς Κορινθίους Α' (13,1 –13,7)
Μετάφραση: Αν μπορώ να λαλώ όλες τις γλώσσες των ανθρώπων, ακόμα και των αγγέλων, αλλά δεν έχω αγάπη για τους άλλους, οι λόγοι μου ακούγονται σαν ήχος χάλκινης καμπάνας ή σαν κυμβάλου αλαλαγμός. Κι αν έχω της προφητείας το χάρισμα κι όλα κατέχω τα μυστήρια κι όλη τη γνώση, κι αν έχω ακόμα όλη την πίστη έτσι που να μετακινώ βουνά, αλλά δεν έχω αγάπη, είμαι ένα τίποτα. Κι αν ακόμα μοιράσω στους φτωχούς όλα μου τα υπάρχοντα, κι αν παραδώσω στη φωτιά το σώμα μου για να καεί, αλλά δεν έχω αγάπη, σε τίποτα δε μ'ωφελεί. Εκείνος που αγαπάει έχει μακροθυμία, έχει και καλοσύνη· εκείνος που αγαπάει δεν κομπάζει ούτε περηφανεύεται, είναι ευπρεπής, δεν είναι εγωιστής ούτε ευερέθιστος· ξεχνάει το κακό που του έχουν κάνει, δε χαίρεται για το στραβό που γίνεται, αλλά μετέχει στη χαρά για το σωστό. Εκείνος που αγαπάει, όλα τα ανέχεται· σε όλα εμπιστεύεται, για όλα ελπίζει, όλα τα υπομένει.
αφιερωμένο στους τελευταίους ρομαντικούς.

αγάπησε!

Αγάπα, και θα 'ναι όλα μια χαρά. Το ξέρεις πως μπορεί να πληγωθείς, να κλάψεις, να πέσεις. Ξέρεις όμως πως, άμα δε μπορείς να εμπιστευτείς κανένα κι άμα δεν σου επιτρέπεις να κάνεις όνειρα, καλύτερα να πέσεις από τον 6ο.

απαγορεύονται οι επιτάφιοι.

Σε προκαλώ.
Τόλμησε να κάνεις βουτιά στη σκοτεινή περιοχή του φόβου σου. Τόλμησε να κάνεις αυτό που τόσο πολύ ποθείς και δεν τολμάς. Να δεις αν θα σε σκοτώσει ή αν θα σε κάνει πιο δυνατό.
Δεν ξέρω αν αυτή η επιθυμία να προκαλώ τους φόβους μου είναι παράξενη ή δικαιολογημένη. Πάντως, και όταν το έκανα, ήταν επειδή το ήθελα εγώ. Τα "θέλω" μου δεν ήταν ποτέ τα "θέλω" των άλλων. Δεν έκανα ποτέ (ενσυνείδητα τουλάχιστον) κάτι "απαγορευμένο" αν δεν ήταν δική μου επιθυμία, του δικού μου μυαλού προσταγή.
Τι αξία έχει η ζωή άμα συνεχώς ζεις απλά για να ζεις; Χωρίς να τολμάς τίποτα, και ποτέ; Κι άμα δεν μπορείς να το κάνεις αυτό, τουλάχιστον να δημιουργείς, ή έστω, να παράγεις έργο.
Γιατί να βάζεις τη γη να σε κουβαλάει, άμα θα είσαι απλά μια άχρηστη ύπαρξη; Γιατί απλά να περιφέρεις το σώμα σου εδώ κι εκεί; Σκέψου πόση ενέργεια κοστίζεις στον πλανήτη.
Με απασχολεί πάρα πολύ να μην περιφέρω το σώμα μου. Προτιμώ να περιφέρω τον Επιτάφιο. Δεν θέλω να είμαι ένας Επιτάφιος. Απαγορεύονται οι Επιτάφιοι στη γειτονιά.

Παλιά με απασχολούσε πάρα πολύ το ζήτημα της ασημαντότητας της υποτιθέμενης σημαντικής ύπαρξής μας. Ήθελα να γίνω παγκοσμίως γνωστή συγγραφέας (το κυρίως παιδικό μου όνειρο, που το θυμάμαι τώρα και χαμογελάω.) Πίστευα πως μόνο έτσι θα έπαιρνε αξία η ζωή και η ύπαρξη μου. Τι, να πεθάνω και να μη με θυμούνται οι επόμενες γενεές; Απαράδεκτο:)

Με τα χρόνια, μεγαλώνοντας και ωριμάζοντας, συνήλθα και αντιλήφθηκα ότι αυτό δε γίνεται. Οπότε, έβαλα πιο "μικρούς" στόχους.

Αλλά το αίτημα να μην αφήσω τη ζωή μου να πάει στα χαμένα, δε σταματάει ποτέ.

Σάββατο 27 Σεπτεμβρίου 2008

ο ονειροπόλος

Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένας ονειροπόλος που γύριζε όλο τον κόσμο ψάχνοντας το ιδανικό μέρος για να μείνει για πάντα. Ταξίδεψε πάρα πολύ αλλά δεν έβρισκε τίποτα που να τον ικανοποιεί. Μέχρι που συνάντησε μια παραμυθένια χώρα. Ήταν μικρή βέβαια και λιγάκι απομονωμένη, αλλά αυτό δεν εμπόδιζε τους κατοίκους της από το να τη θεωρούν κέντρο του Σύμπαντος. Οι κάτοικοι εκεί ήταν όλοι τέλειοι. Ζούσαν σε μεγάλα κάστρα – παλάτια, είχαν πολλά λεφτά, έκαναν πάντα πλουσιοπάροχα ταξίδια και μετακινούνταν με τα καλύτερα αυτοκίνητα. «Τέλεια», είπε ο ονειροπόλος. «Θα μείνω εδώ για πάντα».
Αρχικά, ήταν πολύ ευχαριστημένος. Σιγά σιγά όμως, άρχισε να ανακαλύπτει πράγματα που δεν του άρεσαν καθόλου. Ο γείτονας του που είχε το τεράστιο σπίτι δε μπορούσε να το χαρεί, γιατί ήταν καταχρεωμένος. Ο άλλος γείτονας είχε ξοφλήσει το ακριβό αυτοκίνητο αλλά δεν είχε τα λεφτά να το συντηρήσει. Η γειτόνισσα του που εμφανιζόταν κάθε μέρα με διαφορετικό συνολάκι, επώνυμο πάντα, είχε καταχρεώσει όλες τις τις πιστωτικές και τώρα δανειζόταν λεφτά για να αγοράσει ζάχαρη. Και οι γείτονες που έμεναν απέναντι, καβγάδιζαν όλη μέρα στο σπίτι αλλά έξω στο δρόμο ήταν μια μεγάλη, ευτυχισμένη οικογένεια που σκόρπαγε πλατιά χαμόγελα. «Δεν αντέχω άλλο αυτή την κατάσταση», σκέφτηκε ο ονειροπόλος. Θα σηκωθώ να φύγω από δω.»
Αλλά πριν φύγει, πήγε να αποχαιρετήσει ένα γεροντάκι που έμενε δύο δρόμους πιο κάτω και είχε πια γίνει φίλος του. Του διηγήθηκε τα καθέκαστα και το γεροντάκι άρχισε να γελά. «Έτσι είναι οι άνθρωποι σε αυτή τη χώρα αγόρι μου. Αγωνίζονται όλοι να χτίσουν το καλύτερο σπίτι, να πάρουν το καλύτερο αυτοκίνητο, να κάνουν τον «τέλειο» γάμο της χρονιάς ή τουλάχιστον να φαίνονται ευτυχισμένοι σ΄αυτόν που έχουν, να πάρουν το καλύτερο ρούχο, να αγοράσουν ένα σωρό πράγματα που δεν έχουν ανάγκη.» «Μα δεν είναι χαζό αυτό παππούλη; Τι σημασία έχει να δείχνεις πλούσιος, άμα δεν είσαι ευτυχισμένος;» «Δεν είναι ανάγκη να είναι ευτυχισμένοι. Τους αρκεί να φαίνονται...»
Σ.Σ. Οποιαδήποτε ομοιότητα με υπαρκτά πρόσωπα και καταστάσεις είναι εντελώς συμπτωματική.

Πέμπτη 18 Σεπτεμβρίου 2008

Με προβληματίζει πάρα πολύ το τι γράφω. Από τότε που ξεκίνησα δουλειά, δεν έχω πια το κουράγιο να γράψω! Εννοώ δεν μπορώ να γράψω κάτι που να φαίνεται σ' εμένα τουλάχιστον ότι διαβάζεται. Είμαι και απαιτητική με τον εαυτό μου. Νιώθω πάρα πολύ μικρή σ' αυτό που ονομάζεται πνευματική δημιουργία. Θα μου πείτε ξεκόλλα, τα blogs δεν γράφεις απαραίτητα κάτι σπουδαίο ή κάτι που να αξίζει λογοτεχνικά! Είναι και για εκτόνωση, για να πεις τη γνώμη σου, ακόμα και για να πεις ό,τι βλακεία σου κατεβεί στο κεφάλι. Έλα όμως που δυσκολεύομαι να το κάνω αυτό! Δεν ισχυρίζομαι ότι τα γραφόμενα μου είναι τα top. Αλλά δυσκολεύομαι να δημοσιεύσω κάτι που δεν δυσκολεύτηκα να το γράψω. Ακόμα και αυτό το post, όπου απλά εκφράζω κάποιες σκέψεις, νιώθω τύψεις να το δημοσιεύσω, επειδή το έχω γράψει σε 10 λεπτά! Ουφ, μεγάλο κόλλημα. Σαν να μη μας έφταναν όλα τα άλλα που έχω!!!